Ενόσω ο πακιστανικός στρατός συνεχίζει την επίθεσή του στο Ουαζιριστάν, οι μάχες γίνονται ολοένα σφοδρότερες στη μεθόριο με το Αφγανιστάν. Στο ανθρωποκυνηγητό που έχουν εξαπολύσει εναντίον των Ταλιμπάν και των στελεχών της Αλ Κάιντα οι Ηνωμένες Πολιτείες, πολλαπλασιάζουν τη χρήση των μη επανδρωμένων αεροσκαφών. Τα « όπλα του μέλλοντος », των οποίων ο χειρισμός πραγματοποιείται από μια βάση στη Νεβάδα, προκαλούν μεγάλες απώλειες στον άμαχο πληθυσμό. Εντούτοις, η χρήση τους επεκτείνεται και, από τα πεδία των μαχών, καταλήγει να εξυπηρετεί την υστερία για περισσότερη ασφάλεια, ακόμα και στα υποβαθμισμένα προάστια των ευρωπαϊκών πόλεων.
Στις 5 Αυγούστου του 2009, στη 1.30 το πρωί, δύο πύραυλοι Hellfire (« Φωτιά της κόλασης »), που πυροδοτήθηκαν από ένα μη επανδρωμένο αμερικανικό αεροσκάφος, εξερράγησαν στο Λαντάχ, ένα απομακρυσμένο χωριό του Νότιου Ουαζιριστάν, στο Πακιστάν. Στόχος τους ήταν η κατοικία ενός θρησκευτικού αξιωματούχου που υποστηρίζει τους Ταλιμπάν, του μουλά Ικράμ ουντ Ντιν. Στα δώδεκα θύματα της επίθεσης περιλαμβάνεται και ο Μπαϊτουλάχ Μεσούντ, ο χαρισματικός ηγέτης των πακιστανών Ταλιμπάν.
Στις 22 Ιουλίου του 2009, ανακοινώθηκε από τους αμερικανούς ο θάνατος ενός από τους γιους του Μπιν Λάντεν, του Σαάντ, χωρίς, ωστόσο, η είδηση να επιβεβαιωθεί στη συνέχεια. Την 1η Ιανουαρίου του 2009, η αναγγελία του θανάτου του Οσάμα αλ Κίνι, διοικητή των επιχειρήσεων της Αλ Κάιντα στο εξωτερικό -ο οποίος καταζητούνταν εξαιτίας της ανάμειξής του στα τρομοκρατικά χτυπήματα εναντίον των πρεσβειών των Ηνωμένων Πολιτειών στην Τανζανία και στην Κένυα- είχε επίσης χαροποιήσει τις αμερικανικές αρχές.
« Τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη έχουν σημαντικές επιπτώσεις στη δράση της Αλ Κάιντα, καθώς εξοντώνουν ηγετικά στελέχη της, απωθούν τα μέλη της πέρα από τις "φυλετικές ζώνες" του Πακιστάν και περιορίζουν τις επιχειρησιακές τους ικανότητες » υπογραμμίζει η Κριστίν Φέαρ, στέλεχος της Rand Corporation και ειδική σε θέματα της περιοχής.
Οι επιθέσεις από μη επανδρωμένα αεροσκάφη (UAV : unmanned aerial vehicle) έχουν ενταθεί, τους τελευταίους μήνες, στις « φυλετικές ζώνες » του Πακιστάν, στη μεθόριο της χώρας, η οποία κατοικείται από μειονότητες. Τα UAV διεξάγουν -με πολύ μικρότερο κόστος- έναν διαρκή πόλεμο εναντίον όλων των αντάρτικων ομάδων : μελών της Αλ Κάιντα, αφγανών ή πακιστανών Ταλιμπάν... Κι η εξαφάνιση του υπ’ αριθμόν ένα πακιστανού εχθρού θεωρείται το εντυπωσιακότερο παράδειγμα της επιτυχίας αυτής της στρατηγικής με την οποία έχει επιτευχθεί η εξουδετέρωση πολλών στόχων « μεγάλης αξίας ».
Η σχετική επιτυχία των στοχευμένων επιθέσεων, που άρχισαν το 2004 στο Πακιστάν, συνοδεύθηκε από πολλές παράπλευρες απώλειες. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, από τις αρχές του χρόνου, η αυξημένη ένταση αυτών των επιθέσεων -μία την εβδομάδα- έχει προκαλέσει τον θάνατο 432 ατόμων (σύμφωνα με τον απολογισμό της 30ής Σεπτεμβρίου 2009). Σε αυτόν τον αριθμό περιλαμβάνονται άμαχοι, αντάρτες και στελέχη ενός ευρύτατου δικτύου τρομοκρατικών οργανώσεων.
Μονάχα κατά τη διάρκεια της πλέον αιματηρής περιόδου, του διμήνου Ιουνίου-Ιουλίου 2009, βρήκαν τον θάνατο 155 άτομα, ενώ κατά τη διάρκεια ολόκληρου του 2008 είχαν σκοτωθεί 317 άτομα σε τριάντα έξι επιθέσεις. Ο κυριότερος στόχος των UAV ήταν η ορεινή περιοχή του Νότιου Ουαζιριστάν στο Δυτικό Πακιστάν. Αυτή η περιοχή ελεγχόταν από τον μουλά Ναζίρ, τον Μεσούντ και το δίκτυο Χακάνι, το οποίο πήρε το όνομά του από τον ομώνυμο αφγανό διοικητή ανταρτών.
Σε απόσταση αρκετών χιλιάδων χιλιομέτρων, στη Νεβάδα, η CIA ελέγχει τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη από τη βάση του Κριτς. Κάθε « πιλότος » εργάζεται σε έναν κλειστό χώρο γεμάτο οθόνες. Μπροστά σε κάθε μία βρίσκεται ένα « joystick » (μοχλός όπως εκείνος που υπάρχει στα ηλεκτρονικά παιχνίδια)... Μέσα σε αυτό το αποστειρωμένο και ακίνδυνο για τον χειριστή περιβάλλον, οι « πιλότοι » οδηγούν από απόσταση τα UAV. Τα ιπτάμενα μηχανήματα, με τη λεπτή και μακριά άτρακτο που φαρδαίνει στο εμπρόσθιο τμήμα της για να φιλοξενήσει μια δορυφορική κεραία, τα στενά φτερά και το κεκλιμένο προς τα πίσω πηδάλιο, μοιάζουν με απειλητικά έντομα.
Ο πόλεμος από απόσταση δημιουργεί προβλήματα. « Αλλάζει ριζικά την "τελική πράξη" του μαχητή, δηλαδή τη στιγμή που πρέπει να αποφασίσει αν θα σκοτώσει (...). Με τα UAV, ο πόλεμος μετατρέπεται σε δουλειά γραφείου, ακόμα και σε ηλεκτρονικό παιχνίδι. Για να αποφευχθεί το ολέθριο ενδεχόμενο να προκύψουν ανεύθυνες συμπεριφορές, το Πεντάγωνο στέλνει τακτικά τους πιλότους στην περιοχή των μαχών για τέσσερις έως έξι εβδομάδες ». [1]
Φθηνή εκπαίδευση
Ούτως ή άλλως, όμως, ο κίνδυνος κατάχρησης έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Προέχει ο δραστικός περιορισμός του κόστους, καθώς η εκπαίδευση ενός αμερικανού πιλότου καταδιωκτικών αεροσκαφών κοστίζει 2,6 εκατομμύρια δολάρια, ενώ εκείνη ενός πιλότου μη επανδρωμένου αεροσκάφους υπολογίζεται σε 135.000 δολάρια μονάχα. [2] Αλλά, δεν πρόκειται για το μοναδικό πλεονέκτημα.
Όπως υποστηρίζει ο πολιτειολόγος Μίκαχ Ζένκο του Council on Foreign Relations, « από το καλοκαίρι του 2008, η κυβέρνηση Μπους αποφάσισε να μετατρέψει τη CIA σε αεροπορική δύναμη αντιμετώπισης των εξεγέρσεων, για να βοηθήσει την κυβέρνηση του Πακιστάν. Μάλιστα, οι επιθέσεις της CIA είναι μυστικές, με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατη η πραγματοποίηση δημόσιου διαλόγου σχετικά με την αποτελεσματικότητά τους ». Εξάλλου, απ’ ό,τι φαίνεται, η αμερικανική ιδιωτική εταιρεία παροχής στρατιωτικών υπηρεσιών Blackwater -η οποία είχε εμπλακεί σε πολλά σκάνδαλα στο Ιράκ και η οποία πλέον έχει μετονομαστεί σε Xe- αναλαμβάνει ορισμένες δραστηριότητες που έχουν σχέση με τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, και μάλιστα παράνομα και σε συνθήκες απόλυτης αδιαφάνειας. [3]
Το κυριότερο πλεονέκτημα των UAV είναι η αυτονομία τους. Οι πλέον χρησιμοποιούμενοι τύποι UAV είναι τα Predator (Αρπακτικά), τα οποία αποκαλούνται επίσης MALE (μέσου ύψους, μεγάλης αυτονομίας) και κατασκευάζονται από την εταιρεία General Atomics. Ένα μη επανδρωμένο αεροσκάφος MQ-1 Predator Α μπορεί να μείνει στον αέρα περισσότερο από είκοσι τέσσερις ώρες (χρόνο κατά πολύ μεγαλύτερο από εκείνον ενός μαχητικού αεροσκάφους), έχοντας, κατ’ αυτόν τον τρόπο, τη δυνατότητα να παρακολουθεί τις κινήσεις του εχθρού.
Η χρήση του έχει αρχίσει να συνδυάζεται με εκείνη του αντικαταστάτη του, του MQ-9 Reaper (« Θεριστής », « Χάρος »), το οποίο είναι δύο φορές μεγαλύτερο και τέσσερις φορές βαρύτερο, ενώ παράλληλα μπορεί να μεταφέρει δεκαπλάσιο οπλισμό. Κάθε αεροσκάφος κοστίζει 8 εκατομμύρια δολάρια, είναι, δηλαδή, πολύ φτηνότερο από ένα μαχητικό. Όσον αφορά, δε, το τελευταίο αεροσκάφος της σειράς, το Predator C Avenger (« Εκδικητής »), έχει τη δυνατότητα να αναπτύξει ταχύτητα 740 km/h, έναντι 400 km/h του Reaper.
Έτσι, μέσα σε μερικά χρόνια, οι αμερικανικές αρχές άρχισαν να επιδεικνύουν μια πραγματική βουλιμία για αεροσκάφη χωρίς πιλότους. Μεταξύ 2002 και 2008, ο στόλος των UAV, από 167 αεροσκάφη, έφτασε να αριθμεί περισσότερα από 6.000. Αν και ο πληθωρισμός αυτός μπορεί κατ’ αρχάς να εξηγηθεί με τη ραγδαία αύξηση του αριθμού των ελαφρών μοντέλων που χρησιμοποιούνται για αναγνωριστικές αποστολές, θεαματική ήταν και η αύξηση του αριθμού των αεροσκαφών που έχουν τη δυνατότητα να εκτοξεύουν πυραύλους.
Το 2008, υπήρχαν 109 Predator, έναντι 22 το 2002, και 26 Reaper. Σύμφωνα με καταγραφή που πραγματοποιήθηκε τον Ιανουάριο του 2009, οι ώρες πτήσης που πραγματοποίησαν το 2008 όλα τα αεροσκάφη του είδους φτάνει τις 400.000 και είναι υπερδιπλάσιος των ωρών πτήσεων του 2007.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες διαθέτουν ολοένα περισσότερους πόρους για την ανάπτυξη του τομέα. Για το οικονομικό έτος 2010, η κυβέρνηση του Μπάρακ Ομπάμα έχει προβλέψει κονδύλι 3,8 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την αγορά UAV και για την ανάπτυξη νέων μοντέλων. Μεταξύ άλλων, προβλέπεται η αγορά 24 Reaper για την αμερικανική αεροπορία, καθώς και 5 Global Hawk. Εξάλλου, η κατακόρυφη αύξηση συμβαδίζει με την υπέρογκη αύξηση του προϋπολογισμού των ένοπλων δυνάμεων κατά 74% μεταξύ 2002 και 2008, φτάνοντας τα 515 δισ. δολάρια. Επιπλέον, από το 2001, τα ποσά που διατίθενται για ρομπότ στρατιωτικών εφαρμογών διπλασιάζονται κάθε χρόνο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, τίθενται οι βάσεις για τη δημιουργία μιας σημαντικής στρατιωτικής ρομποτικής βιομηχανίας.
Η έδρα των Predator βρίσκεται στη γιγάντια βάση της Κανταχάρ, στο Νότιο Αφγανιστάν. Υπάρχουν, επίσης, υποψίες ότι οι Αμερικανοί χρησιμοποιούν για τις επιχειρήσεις τους και ορισμένες πακιστανικές βάσεις, χάρη σε μια μυστική συμφωνία που υπέγραψαν ο Τζορτζ Μπους και ο πρώην πρόεδρος του Πακιστάν, Περβέζ Μουσάραφ.
Εύκολη λύση
Ο Ιμπτιάζ Γκουλ, υπεύθυνος του Κέντρου Ερευνών και Μελετών Ασφαλείας του Ισλαμαμπάντ, σχολιάζει : « Με τον θάνατο του Μεσούντ, οι Ταλιμπάν βυθίστηκαν σε ακόμα μεγαλύτερη ανυποληψία και υπάρχει συνεργασία ανάμεσα στο Πακιστάν και στις Ηνωμένες Πολιτείες ». Κι η Κριστίν Φέαρ προσθέτει : « Ο πακιστανικός στρατός έχει ζητήσει UAV, καθώς και τη δυνατότητα να τα χρησιμοποιεί για επιθετικές επιχειρήσεις. Οι Πακιστανοί, θεωρητικά τουλάχιστον, δεν είναι πλέον αντίθετοι με τις επιθέσεις των μη επανδρωμένων αεροσκαφών, όπως συνέβαινε στο παρελθόν ».
Μόλις τρεις ημέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, στις 23 Ιανουαρίου του 2009, ο αμερικανός πρόεδρος, που πρόσφατα βραβεύθηκε με το Νόμπελ Ειρήνης, διέταξε την πραγματοποίηση επιθέσεων στις « φυλετικές ζώνες » του Πακιστάν. [4] Στην πρώτη επίθεση, στο Βόρειο Ουαζιριστάν, σκοτώθηκαν οκτώ άτομα, ενώ στη δεύτερη, που πραγματοποιήθηκε λίγες ώρες αργότερα στο Νότιο Ουαζιριστάν, βρήκαν τον θάνατο επτά άτομα. Μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου, στο Πακιστάν είχαν πραγματοποιηθεί 39 επιθέσεις, έναντι 36 ολόκληρο το 2008.
Όπως επισημαίνει ο ειδικός στα ζητήματα αυτά, Ζοζέφ Ανροτέν, [5] « ο Μπους ήταν προσεκτικός στο ζήτημα του Πακιστάν. Για τον Ομπάμα και τους συνεργάτες του, το πρόβλημα είναι πιο σφαιρικό και παρατηρείται κατακόρυφη αύξηση της δύναμης πυρός : πραγματοποιούνται επιχειρήσεις "έρευνας και καταστροφής", [6] ενώ παράλληλα επιδιώκεται η αναγνώριση του δικαιώματος των Αμερικανών να συνεχίζουν την καταδίωξη και στο έδαφος μιας ξένης χώρας ».
Από το 2008, η αμερικανική κυβέρνηση επιχειρεί να δικαιολογήσει τη γενικευμένη χρήση UAV επικαλούμενη την αδυναμία άμεσης επέμβασης στο πακιστανικό έδαφος. Εξοργισμένος από την έλλειψη πολιτικής βούλησης ή την ανικανότητα των αρχών της χώρας να ελέγξουν τις « φυλετικές ζώνες », ο πρόεδρος Μπους είχε δώσει την άδεια στις αμερικανικές ειδικές δυνάμεις να πραγματοποιούν επιχειρήσεις στο πακιστανικό έδαφος.
Τον Σεπτέμβριο του 2008, μια ομάδα Navy Seals, [7] εγκατεστημένη στο Αφγανιστάν, πέρασε τα σύνορα και σκότωσε περίπου είκοσι άτομα (στους νεκρούς περιλαμβάνονταν και γυναικόπαιδα). Η ηγεσία του Πακιστάν καταδίκασε με σφοδρότητα αυτές τις επιθέσεις, αφήνοντας να εννοηθεί ότι καμία άλλη επίθεση δεν θα γίνει ανεκτή. Πιστεύεται δε, ότι, γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, ο πρόεδρος Ομπάμα εγκατέλειψε τη συγκεκριμένη μέθοδο.
Έτσι, τα UAV ταιριάζουν απόλυτα με τα μελλοντικά σχέδια του αμερικανικού στρατού. Όπως αναφέρει ο Ανροτέν, μετατρέπονται σε « βοηθητικό στρατιώτη », χωρίς, ωστόσο, « να υποκαθιστούν τον στρατιώτη ». Σύμφωνα με έκθεση της Αμερικανικής Αεροπορίας (USAF) της 23ης Ιουλίου 2009, οι αεροπορικές δυνάμεις « οφείλουν να είναι ανεπτυγμένες κατά τρόπο ώστε να εκμεταλλεύονται τα UAV, τα οποία θα διαθέτουν ολοένα μεγαλύτερη αυτονομία, ευελιξία και διάρκεια και θα βοηθούν τις δυνάμεις να προσαρμοστούν σε θέση και αριθμό, ώστε να τις βελτιστοποιήσουν κατά την είσοδο στον 21ο αιώνα ». Η έκθεση διευκρινίζει ότι « τα UAV θεωρούνται η εναλλακτική λύση για μια ολόκληρη σειρά αποστολών οι οποίες παραδοσιακά πραγματοποιούνταν από ανθρώπους ».
Θα φτάσουν, άραγε, στο σημείο να αντικαταστήσουν και τους πιλότους των καταδιωκτικών αεροσκαφών ; Είναι πιθανόν. Στην έκθεση της USAF επισημαίνεται ότι « τα UAV θα επιφέρουν τεράστιες αλλαγές στα αυριανά πεδία μάχης ». Οι επιπτώσεις της ανάπτυξής τους ξεπερνούν κατά πολύ τη σύγκρουση στο Αφγανιστάν, καθώς, στο μέλλον, τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη θα μπορούν να μεταφέρουν πυρηνικές κεφαλές. [8]
Εξάλλου, πολλές χώρες έχουν δρομολογήσει προγράμματα για τη δημιουργία μη επανδρωμένων μαχητικών αεροσκαφών (UCAV-unmanned combat aerial vehicle). Και σε αυτό επίσης το πεδίο, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν κάνει τη μεγαλύτερη πρόοδο, κυρίως χάρη στο σχέδιο του βομβαρδιστικού Χ-47 Β της Northrop Grumman.
Τέλος, εξετάζεται πολύ σοβαρά η επέκταση της χρήσης των UAV και σε άλλες αποστολές που σχετίζονται με τη δημόσια ασφάλεια : για παράδειγμα, στην αντιμετώπιση της διακίνησης ναρκωτικών ή της παράνομης μετανάστευσης.
Στη Γαλλία, έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί μη επανδρωμένα αεροσκάφη για επιχειρήσεις επιτήρησης, όπως, π.χ., για την ασφάλεια του πάπα Βενέδικτου ΙΣΤ’ κατά τη διάρκεια του επίσημου ταξιδιού του στη Λούρδη, στις 13 και 14 Σεπτεμβρίου του 2008. Πρόσφατα, ένα μικρό μη επανδρωμένο αεροσκάφος τύπου ELSA πετούσε πάνω από το Στρασβούργο κατά τη διάσκεψη κορυφής της Ατλαντικής Συμμαχίας (ΝΑΤΟ). Μάλιστα, αναμένεται η δημιουργία UAV τα οποία θα προορίζονται για μη στρατιωτικές αποστολές. [9]
Τυφλά χτυπήματα
Για την ώρα, ο απολογισμός της χρήσης των αεροσκαφών αυτού του τύπου δημιουργεί προβληματισμό, τόσο από επιχειρησιακή άποψη όσο και από στρατηγική. Είναι, πράγματι, αποτελεσματικές οι στοχευμένες επιθέσεις που εξαπολύθηκαν στο Πακιστάν ; Όσον αφορά τους αντάρτες στο Πακιστάν και στο Αφγανιστάν, το μόνο αποτέλεσμα που έχουν τα UAV είναι ότι τονώνουν το αίσθημα υπερηφάνειας που νιώθουν, καθώς βρίσκονται απέναντι σε έναν αντίπαλο που είναι ανίκανος να στείλει στρατιώτες οι οποίοι θα χύσουν το αίμα τους για έναν σκοπό.
Επιπλέον, μετά τον θάνατο του Μεσούντ, παραμένουν άθικτες οι υποδομές των τρομοκρατών, όπως επίσης δεν έχουν αλλάξει και όλες οι οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που τροφοδοτούν τη ριζοσπαστικοποίηση του πληθυσμού στα 27.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα των « φυλετικών ζωνών » του Πακιστάν. [10]
Από την άλλη πλευρά, τέτοιες επιθέσεις εντείνουν το αίσθημα εχθρότητας των Πακιστανών. Μάλιστα, η κοινή γνώμη, η οποία ήδη κατηγορεί τους κυβερνώντες για διαφθορά, βλέπει σε αυτές την κατάρρευση της νομιμοποίησης των δομών εξουσίας της χώρας. Έτσι, ενώ η πλειονότητα των χωρών της υφηλίου αντιμετωπίζει με θετικότερο τρόπο τις Ηνωμένες Πολιτείες του Μπάρακ Ομπάμα, στο Πακιστάν, οι θετικές γνώμες για τον νέο πρόεδρο μόλις και μετά βίας ξεπερνούν το -εξαιρετικά χαμηλό- ποσοστό του Τζορτζ Μπους.
Και, όπως συμπεραίνει ο πολιτειολόγος Ζένκο, « τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη είναι μια βραχυπρόθεσμη λύση ανάγκης, η οποία, ωστόσο, αδυνατεί να δώσει λύσει στα βαθύτερα αίτια του προβλήματος, των οποίων η αντιμετώπιση θα απαιτήσει πολύ χρόνο ».
« Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία »
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου